**Χονγκ Κονγκ, [Ημερομηνία Δημοσίευσης]** – Μια καταδίκη που έχει προκαλέσει τριγμούς στα διεθνή διπλωματικά σαλόνια και έχει ανάψει φωτιές στον δημόσιο διάλογο για την αποψίλωση των πολιτικών ελευθεριών, αφορά τον Χονγκ Κονγκέζο μεγιστάνα των μέσων ενημέρωσης, Τζίμι Λάι. Ο ιδρυτής της πάλαι ποτέ κραταιάς, υπέρ-δημοκρατικής εφημερίδας *Apple Daily*, αντιμετωπίζει την προοπτική ισόβιας κάθειρξης, αφού κρίθηκε ένοχος τη Δευτέρα από δικαστικό σώμα. Η απόφαση αυτή σηματοδοτεί ένα κομβικό σημείο στην πορεία της πόλης από την παράδοσή της στην κινεζική κυριαρχία το 1997, εντείνοντας τις παγκόσμιες ανησυχίες για την ελευθερία της έκφρασης και το κράτος δικαίου.
Η απόφαση, που εκδόθηκε στο δικαστήριο της Δυτικής Καουλούν, έβαλε τέλος σε μια δίκη που διήρκεσε πάνω από δύο χρόνια, κατά τη διάρκεια των οποίων ο Λάι, Βρετανός υπήκοος, κρατείται από τα τέλη του 2020, συμπληρώνοντας πάνω από 1.800 ημέρες κράτησης. Η εισαγγελία έπεισε τους δικαστές ότι ο Λάι ενορχήστρωσε μια συνωμοσία για τη δημοσίευση ανατρεπτικού υλικού και εμπλέκεται σε ένα δεύτερο σχέδιο συνεργασίας με ξένες οντότητες. Η υπόθεση της κατηγορίας στηρίχθηκε στην ισχυρισμό ότι ο Λάι εκμεταλλεύτηκε την *Apple Daily* και τις εκτεταμένες διεθνείς του επαφές για να υποστηρίξει κυρώσεις κατά της Κίνας και του Χονγκ Κονγκ, υπονομεύοντας έτσι την εθνική ασφάλεια. Ο Λάι, ωστόσο, επανειλημμένως δήλωσε την αθωότητά του, αρνούμενος όλες τις κατηγορίες.
Η καταδίκη προκάλεσε άμεσες και σφοδρές αντιδράσεις από έναν συνασπισμό δυτικών κυβερνήσεων, συμπεριλαμβανομένου του Ηνωμένου Βασιλείου, της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Αυστραλίας και της Ταϊβάν, καθώς και πολυάριθμων οργανώσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελευθερίας του τύπου. Η Βρετανίδα Υπουργός Εξωτερικών, Γιέτ Κούπερ, δήλωσε αδιαμφισβήτητα ότι η απόφαση ήταν «πολιτικά υποκινούμενη», υποστηρίζοντας ότι ο Λάι «στοχοποιήθηκε από τις κινεζικές και χονγκκονγκέζικες κυβερνήσεις για την ειρηνική άσκηση του δικαιώματος στην ελευθερία της έκφρασης». Η αντίδραση του Λονδίνου ήταν ανάλογη της ανησυχίας του, με τον Κινέζο πρεσβευτή στο Ηνωμένο Βασίλειο να καλείται για εξηγήσεις.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, η υπόθεση έχει επίσης προκαλέσει σημαντική προσοχή. Ο πρώην Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ αποκάλυψε ότι είχε απευθυνθεί προσωπικά στον Κινέζο ηγέτη Σι Τζινπίνγκ, προτρέποντάς τον να «εξετάσει την απελευθέρωσή του». Εν τω μεταξύ, ο Αμερικανός Υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο εξέφρασε τη θέση του μέσω του X, πρώην Twitter, αντηχώντας το ευρέως διαδεδομένο αίσθημα ότι η καταδίκη αποτελεί μια σοβαρή επίθεση στις δημοκρατικές αρχές. Οι δικαστές, που ορίστηκαν από την κυβέρνηση για υποθέσεις εθνικής ασφάλειας, θεώρησαν τον Λάι τον «εγκέφαλο» πίσω από τις φερόμενες συνωμοσίες, επικαλούμενοι στοιχεία που χαρακτήρισαν ως «σαφή» στην εκτενή δικαστική απόφαση 855 σελίδων.
Οι συνέπειες της καταδίκης του Λάι εκτείνονται πέρα από την πολιτική ρητορική. Υπάρχουν βαθιές ανησυχίες για τη σωματική του ευημερία, με αναφορές για σημαντική απώλεια βάρους και αισθητή επιδείνωση της υγείας του κατά τη διάρκεια της παρατεταμένης φυλάκισής του. Το κλείσιμο της *Apple Daily* το 2021, μετά την ψήφιση του νόμου περί εθνικής ασφάλειας το 2020, είχε ήδη σηματοδοτήσει μια σεισμική αλλαγή στο τοπίο των μέσων ενημέρωσης του Χονγκ Κονγκ. Η τελευταία αυτή απόφαση ερμηνεύεται ευρέως ως ένα ακόμη σημαντικό πλήγμα στην άλλοτε περιβόητη αυτονομία της πόλης και την ιδιότητά της ως προπύργιο της ελευθερίας του τύπου. Η μακροχρόνια νομική μάχη και το αποτέλεσμά της αναμένεται να επιδεινώσουν περαιτέρω τις ήδη τεταμένες σχέσεις μεταξύ του Πεκίνου και των δυτικών δυνάμεων, εδραιώνοντας την αντίληψη μιας σφιχτότερης λαβής στην αντίσταση στο Χονγκ Κονγκ.