Η Κύπρος, αυτή η λαμπερή νήσος της Μεσογείου, βρίσκεται αντιμέτωπη με μια δυσοίωνη πραγματικότητα. Μια πρωτοποριακή μελέτη του Κέντρου Οικονομικών Ερευνών (ΚΟΕ) του Πανεπιστημίου Κύπρου, που δόθηκε στη δημοσιότητα την Τρίτη, αποκαλύπτει με ανατριχιαστική λεπτομέρεια τις μακροπρόθεσμες, δυνητικά καταστροφικές συνέπειες της κλιματικής αλλαγής στην κυπριακή οικονομία. Τα ευρήματα δεν αφήνουν περιθώρια για εφησυχασμό: η αύξηση της παγκόσμιας θερμοκρασίας και η περιβαλλοντική υποβάθμιση δεν είναι πλέον αφηρημένες απειλές, αλλά απτές οικονομικές πραγματικότητες που απειλούν να ξεριζώσουν την ευημερία του νησιού.
Η έρευνα, που ξετυλίγει μεθοδικά τους κινδύνους που εγκυμονεί η κλιματική αλλαγή, προβλέπει σοβαρές συρρικνώσεις στο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ), τις επενδύσεις και την κατανάλωση, ακόμη και στα πιο αισιόδοξα σενάρια. Χρησιμοποιώντας ένα εξελιγμένο μοντέλο, το ΚΟΕ συνδέει άμεσα τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου με την άνοδο της θερμοκρασίας, τις επιπτώσεις στην παραγωγικότητα και την υγεία των διαφόρων τομέων της οικονομίας.
Οι προβλέψεις είναι πραγματικά ανησυχητικές. Στο πιο απαισιόδοξο σενάριο, αυτό της "συνέχισης των συνηθισμένων", η κυπριακή οικονομία κινδυνεύει να χάσει έως και 29 δισεκατομμύρια ευρώ σε ΑΕΠ μέχρι το 2050. Η εικόνα γίνεται ακόμη πιο ζοφερή προς το τέλος του αιώνα, με τις δυνητικές απώλειες να φτάνουν τα αστρονομικά 162 δισεκατομμύρια ευρώ. Ακόμη και υπό ένα πιο ελπιδοφόρο σενάριο βιώσιμης ανάπτυξης, οι οικονομικές απώλειες παραμένουν σημαντικές, με προβλέψεις για 4 δισεκατομμύρια ευρώ έως το 2050 και 23 δισεκατομμύρια ευρώ έως το 2100. Η κλιματική αλλαγή, τονίζει η μελέτη, λειτουργεί ως σοκ παραγωγικότητας, πλήττοντας τις εφοδιαστικές αλυσίδες, μειώνοντας τη ζήτηση των νοικοκυριών και επιβαρύνοντας τα δημόσια οικονομικά.
Ιδιαίτερα ευάλωτοι αναδεικνύονται οι πυλώνες της κυπριακής οικονομίας. Ο τουρισμός, η ατμομηχανή των εθνικών εσόδων, αντιμετωπίζει σοβαρά εμπόδια. Μέχρι το 2050, στο σενάριο "συνέχισης των συνηθισμένων", τα τουριστικά έσοδα μπορεί να μειωθούν κατά περίπου 3,8 δισεκατομμύρια ευρώ. Ακόμη και με μέτρια μείωση εκπομπών, οι απώλειες αναμένεται να φτάσουν τα 2,4 δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ μια ισχυρή στροφή προς τη βιωσιμότητα θα μπορούσε να περιορίσει αυτές τις απώλειες περίπου στα 500 εκατομμύρια ευρώ. Ο χρηματοπιστωτικός τομέας, αν και λιγότερο άμεσα εκτεθειμένος, δεν εξαιρείται, με πιθανές απώλειες 2,3 δισεκατομμυρίων ευρώ έως το 2050 στο χειρότερο σενάριο. Ο αγροτικός τομέας, άρρηκτα συνδεδεμένος με τις περιβαλλοντικές συνθήκες, αναμένεται επίσης να υποστεί βαρύ πλήγμα.
Πέρα από τις άμεσες απώλειες ανά τομέα, η μελέτη υπογραμμίζει τις σημαντικές επιπτώσεις στο εξωτερικό ισοζύγιο της χώρας και την ικανότητά της να παράγει φορολογικά έσοδα. Η πτώση του τουρισμού, για παράδειγμα, μεταφράζεται άμεσα σε χαμένα έσοδα από ΦΠΑ, επιδεινώνοντας τις δημοσιονομικές προκλήσεις. Τα ευρήματα του ΚΟΕ αποτελούν μια στερνή και επείγουσα έκκληση για δράση. Η προληπτική και αποφασιστική υιοθέτηση στρατηγικών μετριασμού και προσαρμογής δεν είναι απλώς περιβαλλοντική επιταγή, αλλά κλειδί για τη διασφάλιση της μακροπρόθεσμης οικονομικής ευημερίας και σταθερότητας της Κύπρου. Οι προβλεπόμενες μειώσεις στο ΑΕΠ, τις επενδύσεις και την κατανάλωση σκιαγραφούν μια ζοφερή εικόνα, απαιτώντας μια θεμελιώδη επανεξέταση των οικονομικών πολιτικών υπό το αδιαμφισβήτητο πρίσμα ενός μεταβαλλόμενου κλίματος.