Μια εύθραυστη εκεχειρία καταρρέει, βυθίζοντας για άλλη μια φορά τη νοτιοανατολική Ασία σε μια επικίνδυνη στρατιωτική αναμέτρηση. Στα αμφισβητούμενα σύνορα Ταϊλάνδης-Καμπότζης, οι ήχοι των όπλων έχουν αντικαταστήσει τη διπλωματία, αφήνοντας πίσω τους νεκρούς, τραυματίες και μια ανθρωπιστική κρίση τεράστιων διαστάσεων. Πάνω από μισό εκατομμύριο άνθρωποι, σύμφωνα με εκτιμήσεις και των δύο πλευρών, έχουν εγκαταλείψει τα σπίτια τους, προσφυγώντας σε μια αβέβαιη τύχη.
Η πρόσφατη έκρηξη εχθροπραξιών, λιγότερο από δύο μήνες μετά την κατάπαυση του πυρός που διαμεσολάβησαν οι Ηνωμένες Πολιτείες, αποτελεί πικρή απόδειξη ότι η ριζική εδαφική διαμάχη παραμένει αδιέξοδη. Το γεγονός που έσπασε την ηρεμία ήταν, σύμφωνα με την Μπανγκόκ, η τοποθέτηση νάρκης από καμποτζιανές δυνάμεις, η οποία τραυμάτισε σοβαρά έναν Ταϊλανδό στρατιώτη. Η Φνομ Πεν αρνείται κατηγορηματικά, αλλά η ζημιά είχε ήδη γίνει: η εύθραυστη συμφωνία του Ιουλίου έσπασε, και οι αμοιβαίες κατηγορίες για την παραβίασή της γεμίζουν τον αέρα.
Η σύγκρουση δεν μένει πια σταθερή. Επεκτείνεται γεωγραφικά, φτάνοντας και στην ταϊλανδική επαρχία Τρατ, με το ναυτικό της Μπανγκόκ να αναφέρει ότι απωθεί «εισβαλλόμενες» καμποτζιανές μονάδες. Από την πλευρά της, η Καμπότζη παρουσιάζει τη δράση της ως αμυντική αναγκαιότητα. «Η Καμπότζη θέλει την ειρήνη, αλλά αναγκάζεται να αντεπιτεθεί για να υπερασπιστεί το έδαφός της», δήλωσε μέσω των κοινωνικών δικτύων ο Πρόεδρος της Γερουσίας, Χουν Σεν.
Ο ανθρώπινος λογαριασμός είναι βαρύς: τρεις Ταϊλανδοί στρατιώτες και επτά καμποτζιανοί πολίτες έχουν χάσει τη ζωή τους, ενώ άλλοι είκοσι πολίτες τραυματίστηκαν. Η μαζική εκκένωση των ορεινών συνοριακών κοινοτήτων είναι το πιο τραγικό τοπίο αυτής της σύγκρουσης.
Η διπλωματία, ωστόσο, φαίνεται να έχει παραλύσει. Ο Ταϊλανδός Πρωθυπουργός, Ανουτίν Τσαρνβιρακούλ, έχει υιοθετήσει σκληρή στάση, αποκλείοντας οποιαδήποτε διαπραγμάτευση υπό τις τρέχουσες συνθήκες. «Δεν θα γίνουν συνομιλίες. Για να σταματήσει ο αγώνας, [η Καμπότζη] πρέπει να κάνει ό,τι έχει ορίσει η Ταϊλάνδη», δήλωσε χαρακτηριστικά. Από την πλευρά της, η διεθνής κοινότητα παρακολουθεί με ανησυχία την κατάρρευση της διαδικασίας. Ο Αμερικανός Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, που είχε μεσολαβήσει για την προηγούμενη εκεχειρία, δήλωσε ότι θα προσπαθήσει να επέμβει απευθείας με μια τηλεφωνική κλήση.
Το μέλλον, ωστόσο, φαίνεται ιδιαίτερα αβέβαιο. Η σύγκρουση δείχνει να επεκτείνεται αντί να περιορίζεται. Η αποτυχία της κατάπαυσης του πυρός αποδεικνύει τα βαθιά ριζωμένα και πολύπλοκα αίτια της διαμάχης, που ιστορικά έχει αντισταθεί σε μόνιμες λύσεις. Οι ανταλλαγές πυράς συνεχίζονται, οι πρόσφυγες πληθαίνουν και η ανάγκη για μια βιώσιμη πολιτική λύση γίνεται όλο και πιο επιτακτική – και ταυτόχρονα, πιο μακρινή. Η περιφερειακή σταθερότητα στη Νοτιοανατολική Ασία κρέμεται πλέον από μια λεπτή κλωστή, σε αναμονή για μια κίνηση εμπιστοσύνης που θα φέρει και τις δύο πλευρές πίσω στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Μέχρι τότε, η σκιά των πυρών θα συνεχίσει να πέφτει βαρύτατη στα σύνορα.