Με απόλυτη αθώωση για το πολιτικό κόμμα και τους οικογενειακούς κύκλους του πρώην Προέδρου της Δημοκρατίας, Νίκου Αναστασιάδη, κλείνει η τριετής εξέταση από την Ανεξάρτητη Αρχή κατά της Διαφθοράς σχετικά με καταγγελίες στο πλαίσιο του προγράμματος «χρυσών διαβατηρίων». Η Αρχή, απορρίπτοντας την καταγγελία βουλευτή του ΑΚΕΛ, κατέληξε στο συμπέρασμα πως δεν υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία που να συνδέουν πολιτικές δωρεές με παραχωρήσεις υπηκοότητας ή παράνομες δραστηριότητες σε μια αμφιλεγόμενη ακίνητη συμφωνία, στην οποία εμπλέκεται ο γαμπρός του πρώην Προέδρου.
Η έρευνα, που ξεκίνησε ύστερα από καταγγελία του βουλευτή του ΑΚΕΛ, Χρίστου Χριστοφίδη, εστίασε στο ερώτημα αν η χορήγηση κυπριακής υπηκοότητας σε 13 ξένους επενδυτές, μεταξύ των οποίων και ο Ρώσος ολιγάρχης Βίκτορ Πιτσούγκοφ, σχετιζόταν με μια συναλλαγή ακίνητης περιουσίας αξίας 4,7 εκατομμυρίων ευρώ. Η συγκεκριμένη πώληση, το 2008, αφορούσε ένα κτίριο που ανήκε σε εταιρεία του Γιάννη Μησιρλή, γαμπρού του Αναστασιάδη, και αγοράστηκε από την τράπεζα Promsvyazbank, του Πιτσούγκοφ. Η αναφορά της Αρχής, που δημοσιεύτηκε μετά από τρία χρόνια και τρεις μήνες, δηλώνει ρητά πως δεν βρέθηκε «καμία μαρτυρία» που να συνδέει τις εγκρίσεις υπηκοότητας με δωρεές στο Δημιουργία Ξανά και «καμία ένδειξη τέλεσης αδικημάτων διαφθοράς».
Παρά τις αθωωτικές αυτές διαπιστώσεις, η διαδικασία της έρευνας αντιμετώπισε σημαντικά εμπόδια και σχολιάστηκε αυστηρά. Η Αρχή ανέφερε πως ήταν «ανίκανη να εντοπίσει εξουσιοδοτημένο πρόσωπο» από την Promsvyazbank, η οποία έπαυσε τις εργασίες της στην Κύπρο το 2019, ενώ διαπίστωσε πως η δηλωμένη διεύθυνση του πρώην προέδρου της τράπεζας ήταν «συνεχώς κλειστή». Ο κ. Χριστοφίδης επέμεινε σε αυτά τα ελαττώματα, υποστηρίζοντας πως η «υπέρμετρη καθυστέρηση υπέσκαψε την ικανότητα απόδειξης της καταγγελίας». Επίσης, τόνισε πως η απουσία παρανομίας δεν ισοδυναμεί με ηθική αθωότητα, δείχνοντας προς μια «ολοφάνερη σύγκρουση συμφερόντων».
Και η ίδια η δομή της Αρχής δέχθηκε κριτική. Ο βουλευτής του ΑΚΕΛ επεσήμανε μια «ορατή σύγκρουση συμφερόντων» στον διορισμό στελεχών που είχαν προταθεί στο παρελθόν από την ίδια την κυβέρνηση που ερευνούσαν έμμεσα, κάτι που, κατά τον ίδιο, «πλήγησε την απαραίτητη εικόνα αντικειμενικότητας». Αυτή η άποψη βρίσκει απήχηση και σε σχόλια του τύπου, με την εφημερίδα *Cyprus Mail* να χαρακτηρίζει την Αρχή ως «άοπλο όργανο», του οποίου τα ευρήματα «δεν έχουν νομικό βάρος» και που αποτέλεσε «μεγάλη σπατάλη χρόνου που θα κάνει ελάχιστα για την εξάλειψη της διαφθοράς».
Με τις συγκεκριμένες κατηγορίες να κλείνουν νομικά, η πολιτική και δημόσια προσοχή στρέφεται τώρα στην αποτελεσματικότητα του θεσμικού πλαισίου καταπολέμησης της διαφθοράς. Η απαίτηση του κ. Χριστοφίδη για δημοσίευση της ξεχωριστής έκθεσης του Ελεγκτικού Συνεδρίου διασφαλίζει πως το ζήτημα παραμένει επίκαιρο, μετατρέποντας τη διαμάχη από μια υπόθεση alleged διαφθοράς σε μια οξύμυνη διαμάχη για τους μηχανισμούς που σκοπεύουν να την εμποδίσουν.