Σε μια εξέλιξη που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί σχεδόν σενάρια πολιτικού θρίλερ, ο πρόεδρος της Βενεζουέλας, Νικολάς Μαδούρο, αποκάλυψε δημόσια ότι πραγματοποίησε απρόσμενη τηλεφωνική επικοινωνία με τον Αμερικανό ομόλογό του, Ντόναλντ Τραμπ. Η κλήση, που έλαβε χώρα πριν από περίπου δέκα ημέρες, περιγράφηκε από τον Βενεζουελανό ηγέτη ως «σεβαστή και ευγενική», ρίχνοντας φως σε μια σπάνια στιγμή άμεσης επικοινωνίας στο αποκορύφωμα μιας πολυετούς και εχθρικής αντιπαράθεσης.
Το γεγονός αποτελεί σαφές σπασμωδικό σήμα σε ένα πλαίσιο έντονης διπλωματικής εχθρότητας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες αρνούνται εδώ και χρόνια να αναγνωρίσουν τη νομιμότητα της δεύτερης θητείας του Μαδούρο, έχοντας αναγνωρίσει τον αντιπολιτευόμενο Χουάν Γκουαϊδό ως νόμιμο πρόεδρο. Το αμερικανικό εμπάργκο έχει στραγγαλίσει την οικονομία της χώρας, ενώ η πρόσφατη ναυτική συγκέντρωση των ΗΠΑ στην Καραϊβική είχε ανεβάσει τις εντάσεις στο κόκκινο. Σε αυτό το τοξικό κλίμα, η ανακοίνωση μιας άμεσης συνομιλίας μεταξύ των δύο πρωταγωνιστών φαίνεται σαν να ήρθε από άλλο πλανήτη.
Ο Μαδούρο επέλεξε να αποκαλύψει το περιστατικό σε τηλεοπτική του ομιλία, δηλώνοντας ότι το έκανε για να τερματίσει τις εικασίες των ΜΜΕ. «Δεν μου αρέσει η διπλωματία με τα μικρόφωνα. Όταν υπάρχουν σημαντικά θέματα, πρέπει να χειρίζονται διακριτικά μέχρι να επιλυθούν!», τόνισε, προσδιδόντάς της έναν αέρα μυστικότητας και αναφερόμενος στην πολιτική κληρονομιά του Ούγκο Τσάβες. Από την πλευρά του, ο Τραμπ είχε ήδη επιβεβαιώσει την κλήση από την Κυριακή, χωρίς όμως κανείς από τους δύο να αποκαλύπτει την ουσία της συζήτησης.
Οι αναλυτές ξεφυλλίζουν τώρα το γεγονός, ψάχνοντας για ίχνη στρατηγικής στροφής. Το πλαίσιο που της δίνει ο Μαδούρο είναι αισιόδοξο, με την ελπίδα να ανοίξει μια νέα φάση «σεβαστού διαλόγου». Ωστόσο, το ιδεολογικό χάσμα παραμένει τεράστιο και οι αμερικανικοί στόχοι για πολιτική μετάβαση στην Καράκας αμετάβλητοι. Πιθανότατα, η συνομιλία αντιπροσωπεύει μάλλον μια τακτική παύση πυρός ή ένα διερευνητικό κανάλι, παρά μια ριζική ανασύνταξη. Για τον Μαδούρο, είναι μια ευκαιρία να προβάλει μια εικόνα διεθνούς νομιμότητας και κρατικής σοβαρότητας. Για την κυβέρνηση Τραμπ, ίσως ένας τρόπος να αξιολογήσει τις επιλογές της σε μια περίοδο προεκλογικού έτους.
Το άμεσο αντίκτυπο βρίσκεται στην ίδια την ύπαρξη της επαφής. Μετά από χρόνια αμοιβαίας κατηγορίας και απειλών, η άμεση γραμμή μεταξύ των δύο προέδρων εισάγει έναν νέο, απρόβλεπτο παράγοντα στην κρίση. Η διεθνής κοινότητα, και ιδίως οι φοβισμένοι από μια νέα εστία βίας λατινοαμερικανοί σύμμαχοι, πιθανότατα θα καλωσορίσουν οποιαδήποτε επικοινωνία μειώνει τον κίνδυνο σύγκρουσης.
Το ερώτημα που αιωρείται τώρα είναι αν αυτή η «ευγενική» κλήση θα αποδειχθεί το σπόρο για μια πραγματική διπλωματική διαδικασία, ή απλώς μια περίεργη διπλωματική παρέκκλιση που θα χαθεί στις άκαρπες αμμώδεις εκτάσεις μιας από τις πιο επίμονες πολιτικές κρίσεις της ηπείρου. Η απάντηση θα δοθεί όχι στα λόγια, αλλά στις πράξεις που –αν έρθουν– θα ακολουθήσουν.