Σε μια διπλή και συναφή κίνηση, η Άγκυρα προωθεί ταυτόχρονα τη διπλωματική της αίτηση για ένταξη στον πυρήνα των ευρωπαϊκών συζητήσεων άμυνας και επιδεικνύει την αυξανόμενη αμυντική της αυτονομία, με επιτυχημένες δοκιμές μη επανδρωμένων μαχητικών σκαφών. Τα γεγονότα υπογραμμίζουν μια στρατηγική προσπάθεια της Τουρκίας να επαναπροσδιορίσει τη θέση της στο ευρωπαϊκό και ευρωατλαντικό σύστημα ασφάλειας.
Ο Τούρκος Υπουργός Εξωτερικών Χακάν Φιντάν, σε πρόσφατη συνέντευξή του στη γερμανική *Die Welt*, έκανε ξεκάθαρη πρόταση: η Ευρώπη πρέπει να προχωρήσει σε στρατηγική αυτονομία, πέρα από την παραδοσιακή εξάρτηση από τις αμερικανικές εγγυήσεις, και αυτή η διαδικασία δεν μπορεί να γίνει χωρίς την Τουρκία. «Κατ' εμέ, χώρες όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γαλλία, η Γερμανία, η Τουρκία και η Ιταλία θα πρέπει πρώτα να συνεργαστούν και να ηγηθούν της συζήτησης», δήλωσε, τοποθετώντας τη χώρα του στο ίδιο επίπεδο με τις μεγάλες ευρωπαϊκές δυνάμεις. Το μήνυμα είναι ευθύγραμμο: καμία σοβαρή ευρωπαϊκή αμυντική αρχιτεκτονική δεν μπορεί να οικοδομηθεί αγνοώντας το στρατιωτικό βάρος και τη γεωστρατηγική θέση της Τουρκίας.
Παράλληλα, η τουρκική βιομηχανία άμυνας πραγματοποίησε μια σημαντική επίδειξη ισχύος. Στο πεδίο δοκιμών της Σινώπης, στη Μαύρη Θάλασσα, το έντονα προωθούμενο μη επανδρωμένο μαχητικό σκάφος (UCAV) «Kızılelma» της Baykar πέτυχε για πρώτη φορά την αναχαίτιση και καταστροφή κινητού-στόχου με αεριωθούμενο κινητήρα. Η άσκηση, στην οποία συμμετείχε και σμήνος F-16 της Τουρκικής Αεροπορίας, επιβεβαίωσε την ικανότητα του stealth drone να εντοπίσει και να εξουδετερώσει έναν εχθρικό αεροσκάφος-στόχο με πύραυλο μεσαίου βεληνεκούς. Δεν ήταν απλώς μια τεχνική δοκιμή· ήταν ένα στρατηγικό μήνυμα αυτάρκειας και εξαγωγικής δυναμικότητας.
Οι αναλυτές βλέπουν στις δύο αυτές εξελίξεις – τη διπλωματική πρόταση και την επιτυχημένη δοκιμή – τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Από τη μία, η Άγκυρα προσφέρει τη συμμετοχή της ως βασικός εταίρος. Από την άλλη, αποδεικνύει ότι διαθέτει την τεχνολογική βάση και τις δυνατότητες για να είναι αξιόπιστος εταίρος, αλλά και ανταγωνιστικός προμηθευτής. Ο Φιντάν, μιλώντας για την ανάγκη της Ευρώπης να μην στηρίζεται αποκλειστικά στην αμερικανική προστασία, πλαισίωνε αυτές τις δυνατότητες σε ένα ευρύτερο γεωπολιτικό πλαίσιο πολυπολικότητας.
Οι επιπτώσεις αυτής της τουρκικής «διεκδίκησης» είναι πολύπλευρες. Στο ΝΑΤΟ, δημιουργεί έναν ιδιαίτερο δυναμικό, δεδομένων των παραμένουσων ανοιχτών γραμμών της Άγκυρας προς τη Μόσχα. Ο ίδιος ο Φιντάν, ρωτηθείς για τη Ρωσία, τόνισε: «Ποτέ δεν διακόψαμε τον διάλογο μας με τη Ρωσία. Αντιδράμε όταν παραβιάζονται τα συμφέροντά μας». Πιο κοντά μας, στην Ελλάδα, η εξέλιξη των τουρκικών UCAV παρακολουθείται με ιδιαίτερη προσοχή και, σύμφωνα με πληροφορίες, επηρεάζει άμεσα τη διαμόρφωση της νέας εθνικής αμυντικής doctrine.
Το συμπέρασμα είναι σαφές. Η Τουρκία δεν απλώς ζητά, αλλά αξιώνει – με επιχειρήματα ισχύος και τεχνολογίας – μια θέση στο τραπέζι όπου θα σχεδιαστεί το μέλλον της ευρωπαϊκής άμυνας. Το αν οι ευρωπαίοι εταίροι θα απαντήσουν θετικά στην πρόσκληση αυτή είναι ανοιχτό ζήτημα. Αυτό που όμως φαίνεται πλέον αναμφισβήτητο είναι ότι η Άγκυρα έχει τη θέληση και τα μέσα να είναι ένας παράγοντας που απλά δεν μπορεί να αγνοηθεί.