Σε μια κίνηση με ιστορικό βάρος, οι αφρικανικές χώρες οργανώνουν συλλογική διπλωματική επίθεση. Στόχος: η επίσημη αναγνώριση των αποικιακών εγκλημάτων ως εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας και η δημιουργία νομικού πλαισίου για ουσιαστικές αποζημιώσεις. Η πρωτοβουλία, που ενεργοποιήθηκε με απόφαση της Αφρικανικής Ένωσης φέτος, επιδιώκει να μετατρέψει τις ιστορικές παλινωδίες από ηθικά επιχειρήματα σε πρακτικές νομικές και πολιτικές αξιώσεις στο παγκόσμιο προσκήνιο.
Η προσπάθεια πήρε συγκεκριμένη μορφή σε μια πρόσφατη συνάντηση υψηλού επιπέδου στο Αλγέρι, όπου διπλωμάτες και ηγέτες εδραίωσαν μια παναφρικανική στρατηγική. Βασικός άξονας είναι η επιθυμία να θεσπιστεί η αποικιοκρατία *καθ' εαυτή* ως διεθνές έγκλημα. Οι υποστηρικτές υποστηρίζουν ότι ενώ ο Χάρτης του ΟΗΕ απαγορεύει την κατάκτηση εδάφους με βία, λείπει η ρητή καταδίκη του αποικιακού εγχειρήματος – ένα κενό που σκοπεύουν να γεμίσουν. «Η Αφρική δικαιούται να απαιτήσει την επίσημη και ρητή αναγνώριση των εγκλημάτων που διαπράχθηκαν εναντίον των λαών της κατά την αποικιακή περίοδο», δήλωσε ο υπουργός Εξωτερικών του Αλγείρου, Αχμέντ Αττάφ, χαρακτηρίζοντάς το «απαραίτητο πρώτο βήμα» για την αντιμετώπιση των συνεπειών εκείνης της εποχής.
Το αίτημα για αποζημιώσεις στηρίζεται σε οικονομικές αναλύσεις που εκτιμούν την αξία των εκμεταλλευμένων πόρων – από ορυκτά μέχρι αγροτικά προϊόντα – σε τρισεκατομμύρια δολάρια. Πέρα από τη χρηματική αποκατάσταση, το κίνητρο περιλαμβάνει και την επαναπατρισμό αμέτρητων πολιτιστικών αντικειμένων που βρίσκονται σε ευρωπαϊκά μουσεία, τα οποία θεωρούνται συμβολικά τρόπαια της ιστορικής λεηλασίας. Ο στόχος, όπως τονίζουν οι αξιωματούχοι, είναι να πλαισιωθεί κάθε αποκατάσταση όχι ως πράξη φιλανθρωπίας, αλλά ως υποχρέωση. «Ένα κατάλληλο νομικό πλαίσιο θα εξασφάλιζε ότι η αποζημίωση δεν θα θεωρείται ούτε δώρο ούτε χάρη», τόνισε ο Αττάφ.
Οι επιπτώσεις αυτής της ενοποιημένης αφρικανικής θέσης είναι ευρέες. Κινώντας μέσω πολυμερών θεσμών όπως η Αφρικανική Ένωση, η ήπειρος ξεκινά μια δομημένη, μακροπρόθεσμη διπλωματική διαδικασία, σχεδιασμένη να αναγκάσει τις πρώην αποικιακές δυνάμεις στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Ο διάλογος έχει ξεπεράσει πλέον τους ακαδημαϊκούς κύκλους, εμπλέκοντας και ειδικούς σε θέματα ασφάλειας και ευρωπαϊκής πολιτικής, γεγονός που δείχνει την διεπιστημονική του απήχηση.
Παρόλο που ο δρόμος προς τις πραγματικές αποζημιώσεις είναι ακόμα δύσκολος και φρακτάρει με πολιτικές και νομικές πολυπλοκότητες, αυτή η ενοποιημένη πίεση εγγυάται ότι το ζήτημα θα παραμείνει στην διεθνή ατζέντα. Αντιπροσωπεύει μια βαθιά μετατόπιση από διάσπαρτα εθνικά αιτήματα σε μια συλλογική διεκδίκηση ιστορικής ευθύνης, προκαλώντας τις πρώην αυτοκρατορίες να αντιμετωπίσουν το παρελθόν τους με τρόπο επίσημο και επακόλουθο. Το αποτέλεσμα αυτής της προσπάθειας μπορεί να επαναπροσδιορίσει για δεκαετίες τα όρια της παγκόσμιας δικαιοσύνης και της μετα-αποικιακής συμφιλίωσης.