Η αστυνομία της Κύπρου έχει ξεκινήσει επίσημη έρευνα εναντίον του Επισκόπου Καρπασίας, κ.κ. Χριστόφορου, σχετικά με σοβαρές κατηγορίες για υπεξαίρεση σημαντικών χρηματικών ποσών. Τα εν λόγω κεφάλαια φέρεται να προέρχονται από ιδιωτικό σύλλογο, στον οποίο ο κ.κ. Χριστόφορος διετέλεσε πρόεδρος. Μια καταγγελία, η οποία υποβλήθηκε τη Δευτέρα από ανώνυμη γυναίκα, αναφέρει τη παράνομη μεταφορά περίπου 110.000 ευρώ από τους λογαριασμούς του συλλόγου σε προσωπικές τραπεζικές καταθέσεις του Επισκόπου.
Ο κ.κ. Χριστόφορος έχει διαβεβαιώσει τις αρχές για την πλήρη πρόθεσή του να συνεργαστεί, επιθυμώντας την άμεση διαλεύκανση της υπόθεσης. Ωστόσο, οι νομικοί εκπρόσωποί του, σε επίσημη ανακοίνωση που εκδόθηκε την Τρίτη, υπέδειξαν με έμφαση ότι η χρονική στιγμή της καταγγελίας συνδέεται άμεσα με την επικείμενη διαδικασία επιλογής του νέου Επισκόπου Πάφου. Αυτή η τοποθέτηση αφήνει να εννοηθεί η πιθανότητα ύπαρξης εσωτερικών εκκλησιαστικών αντιπαραθέσεων που επηρεάζουν την παρούσα κατάσταση.
Η τρέχουσα έρευνα αναπόφευκτα φέρνει στο προσκήνιο παρόμοια περιστατικά, όπως η πρόσφατη υπόθεση του τότε Επισκόπου Πάφου, κ.κ. Τυχικού, ο οποίος απομακρύνθηκε από τα καθήκοντά του νωρίτερα φέτος λόγω τεκμηριωμένων περιπτώσεων κακοδιαχείρισης. Η θέση του Επισκόπου Πάφου παραμένει κενή από τον περασμένο Μάιο, με τον Αρχιεπίσκοπο να ασκεί προσωρινά τα πατριαρχικά καθήκοντα. Η άμεση ανάγκη πλήρωσης αυτού του σημαντικού εκκλησιαστικού αξιώματος προσθέτει μια επιπλέον διάσταση πολυπλοκότητας στην ήδη τεταμένη κατάσταση, εντείνοντας τις ανησυχίες για τη σταθερότητα στην εκκλησιαστική ιεραρχία.
Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες που περιλαμβάνονται στην καταγγελία, οι φερόμενες οικονομικές παρατυπίες έλαβαν χώρα κατά τη διάρκεια του έτους 2020. Η αναφορά της καταγγέλλουσας ισχυρίζεται ότι ο Επίσκοπος Καρπασίας προέβη σε μεταφορά των συσσωρευμένων ταμειακών διαθεσίμων του συλλόγου σε δικές του οικονομικές επενδύσεις. Μια τέτοια πράξη, εάν αποδειχθεί, θα συνιστούσε σοβαρή παραβίαση της εμπιστοσύνης και των εκκλησιαστικών δεοντολογικών κανόνων.
Η νομική ομάδα του κ.κ. Χριστόφορου εξέφρασε την άποψή της ξεκάθαρα: «Το μόνο βέβαιο είναι ότι ο χρόνος της καταγγελίας δεν μπορεί να αποσυνδεθεί από την επικείμενη πλήρωση της θέσης του Επισκόπου Πάφου». Αυτή η δήλωση υπογραμμίζει την πεποίθησή τους ότι οι κατηγορίες χρησιμοποιούνται στρατηγικά και δεν βασίζονται αποκλειστικά σε ουσιαστική οικονομική παραβίαση. Το υπονοούμενο είναι ότι οι κατηγορίες ενδέχεται να αποτελούν τακτική για να επηρεαστεί ο διορισμός του επόμενου Επισκόπου Πάφου ή να δυσφημιστούν πιθανοί υποψήφιοι.
Η εξέλιξη αυτή φέρνει τον Επίσκοπο Καρπασίας σε δυσχερή θέση, δυνητικά διακινδυνεύοντας τη θέση του στην Εκκλησία. Οι επιπτώσεις ξεπερνούν το ατομικό επίπεδο, ρίχνοντας μια σκιά πάνω στο ίδρυμα και εγείροντας εύλογα ερωτήματα σχετικά με την οικονομική εποπτεία και τη λογοδοσία εντός των θρησκευτικών οργανώσεων. Καθώς η αστυνομία συνεχίζει τις έρευνές της, η εκκλησιαστική ηγεσία, συμπεριλαμβανομένου του Αρχιεπισκόπου και της Ιεράς Συνόδου, θα παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις. Η έκβαση αυτής της έρευνας όχι μόνο θα καθορίσει το μέλλον του Επισκόπου Καρπασίας, αλλά μπορεί επίσης να έχει μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στις εσωτερικές δυναμικές και την αντίληψη του κοινού για την Κυπριακή Ορθόδοξη Εκκλησία, ιδιαίτερα ενόψει της πλήρωσης της κενής θέσης του Επισκόπου Πάφου. Οι επόμενες εβδομάδες αναμένονται κρίσιμες για τη διαλεύκανση της αλήθειας πίσω από αυτές τις σοβαρές οικονομικές κατηγορίες.