Η Λευκωσία βρίσκεται στο επίκεντρο μιας έντονης πολιτικής διαμάχης, καθώς κυβέρνηση και ΑΚΕΛ βρίσκονται σε εντελώς αντίθετες θέσεις σχετικά με την επικείμενη φορολογική μεταρρύθμιση, οδηγώντας τις διαπραγματεύσεις σε ένα αδιέξοδο. Η εμμονή της αντιπολίτευσης στην επαναφορά μέτρων φορολόγησης περιουσίας, με κύριο αίτημα την επιβολή φόρου στην ακίνητη περιουσία άνω των 3 εκατομμυρίων ευρώ, έχει ουσιαστικά «παγώσει» τις προσπάθειες για την ολοκλήρωση της εκτεταμένης αναμόρφωσης του φορολογικού συστήματος. Το Υπουργείο Οικονομικών, από την πλευρά του, έχει απορρίψει κατηγορηματικά τις προτάσεις του ΑΚΕΛ, αφήνοντας στον αέρα την κυβερνητική ατζέντα για το τέλος του έτους.
Η αντιπαράθεση αναμένεται να φτάσει στην κορύφωσή της τη Δευτέρα, 22 Δεκεμβρίου, με μια κρίσιμη ψηφοφορία στην Ολομέλεια της Βουλής, όπου θα καθοριστεί η τύχη όχι μόνο των προτάσεων για τον φόρο περιουσίας, αλλά ενδεχομένως και ολόκληρης της μεταρρύθμισης.
Η βασική πηγή της διαφωνίας εστιάζεται σε δύο νομοθετικές πρωτοβουλίες που έχει καταθέσει το ΑΚΕΛ. Η πρώτη προτείνει την επιβολή ετήσιου φόρου 1% στα ακίνητα η αξία των οποίων υπερβαίνει τα 3 εκατομμύρια ευρώ, ένα μέτρο που θα μπορούσε να ανατρέψει το υφιστάμενο φορολογικό τοπίο, δεδομένου ότι ο φόρος περιουσίας στην ακίνητη ιδιοκτησία είχε καταργηθεί το 2017. Η δεύτερη πρόταση στοχεύει στην επιβολή μιας κλιμακωτής ετήσιας εισφοράς σε εγγεγραμμένες εταιρείες με σημαντικά περιουσιακά στοιχεία, η οποία θα κυμαίνεται από 350 έως 1.250 ευρώ για εταιρείες με περιουσία από 1 έως 2 εκατομμύρια ευρώ, με στόχο την «συμβολή» όσων διαθέτουν ισχυρά οικονομικά αποθέματα.
Ωστόσο, το Υπουργείο Οικονομικών έχει «ρίξει μαύρο» στις προτάσεις του ΑΚΕΛ, υποστηρίζοντας ότι αυτές είχαν εξεταστεί λεπτομερώς και είχαν κριθεί ακατάλληλες στα αρχικά στάδια σχεδιασμού της μεταρρύθμισης. Κυβερνητικές πηγές τονίζουν τον κίνδυνο της διπλής φορολόγησης, επισημαίνοντας ότι η επαναφορά οποιασδήποτε μορφής φόρου ακινήτων θα απαιτούσε εκτενείς διαβουλεύσεις για να διασφαλιστεί ότι δεν θα συμπίπτει με υφιστάμενους δημοτικούς φόρους. Επιπλέον, το υπουργείο εκφράζει επιφυλάξεις για την σαφήνεια των φορολογικών κλιμακίων και αμφισβητεί την αιτιολόγηση του ορίου των 3 εκατομμυρίων ευρώ.
Παρά την σθεναρή αντίσταση της κυβέρνησης, το ΑΚΕΛ παραμένει αποφασισμένο να φέρει τις προτάσεις του προς ψήφιση, υπογραμμίζοντας την προσήλωσή του στην πολιτική του ατζέντα. Το θεσμικό αδιέξοδο όχι μόνο απειλεί να εκτροχιάσει το φιλόδοξο χρονοδιάγραμμα της κυβέρνησης, αλλά αναδεικνύει και το μεγάλο ιδεολογικό χάσμα μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης ως προς την ισότιμη κατανομή του πλούτου και τις φορολογικές στρατηγικές.
Οι επόμενες ημέρες είναι καθοριστικές για την εξέλιξη αυτής της υπόθεσης. Η ψηφοφορία της Δευτέρας θα δείξει εάν το ΑΚΕΛ θα καταφέρει να συγκεντρώσει την απαραίτητη πλειοψηφία, ή εάν η κυβέρνηση θα προωθήσει την μεταρρύθμισή της χωρίς αυτές τις αμφιλεγόμενες προσθήκες. Το αποτέλεσμα θα έχει σημαντικές επιπτώσεις, ενδεχομένως καθυστερώντας ή και ακυρώνοντας τις ευρείες φορολογικές αλλαγές που η κυβέρνηση προσδοκούσε να υλοποιήσει άμεσα. Η συζήτηση για το πώς θα φορολογηθεί καλύτερα ο πλούτος και πώς θα διασφαλιστεί η φορολογική δικαιοσύνη, είναι φανερό ότι απέχει πολύ από το να έχει κλείσει.