Ο Ουκρανός Πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι έχει εκφράσει μια υπό όρους διαθεσιμότητα για τη διεξαγωγή εθνικών εκλογών, σηματοδοτώντας μια κρίσιμη καμπή στον πόλεμο που πλησιάζει τα δυόμισι χρόνια. Η πρόταση αυτή έρχεται σε μια περίοδο όπου οι ρωσικές δυνάμεις εντείνουν μια σημαντική επίθεση στο ανατολικό μέτωπο, δημιουργώντας ένα εξαιρετικά περίπλοκο διπλωματικό και στρατιωτικό σκηνικό. Παράλληλα, οι διπλωματικές προσπάθειες εντείνονται, με επικεφαλής ευρωπαϊκών χωρών και τον Αμερικανό πρόεδρο να συζητούν μια πρωτοβουλία ειρήνης από την Ουάσιγκτον.
Η ιδέα των εκλογών στην Ουκρανία, ένα αίτημα που προέρχεται εδώ και καιρό από τη Μόσχα και πλέον εξετάζεται και με Αμερικανούς αξιωματούχους, είναι γεμάτη με σημαντικά εμπόδια. Η χώρα τελεί υπό στρατιωτικό νόμο από την πλήρη ρωσική εισβολή τον Φεβρουάριο του 2022, γεγονός που καθιστά νομικά αδύνατη τη διεξαγωγή εκλογών. Ο Πρόεδρος Ζελένσκι δήλωσε ότι μια ψηφοφορία θα μπορούσε θεωρητικά να οργανωθεί εντός δύο έως τριών μηνών, υπό την προϋπόθεση ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι ευρωπαϊκοί τους σύμμαχοι θα εγγυώνταν την ασφάλεια της διαδικασίας, ένα αίτημα εξαιρετικά δύσκολο εν μέσω ενεργών εχθροπραξιών.
Αυτή η πολιτική εξέλιξη διαδραματίζεται παράλληλα με τον αμείλικτο ρυθμό των μαχών. Σύμφωνα με ουκρανικές εκτιμήσεις, η ρωσική διοίκηση έχει συγκεντρώσει περίπου 156.000 στρατιώτες κοντά στην στρατηγικά ζωτική πόλη Πόκροβσκ, στο ανατολικό μέτωπο. Σε μια αξιοσημείωτη κλιμάκωση, ρωσικές δυνάμεις εξαπέλυσαν πρόσφατα τη μεγαλύτερη μηχανοκίνητη επίθεσή τους απευθείας εναντίον της πόλης, με μια μεραρχία περίπου τριάντα τεθωρακισμένων οχημάτων. Η μάχη για το Πόκροβσκ θεωρείται καθοριστική για τον ρωσικό στόχο κατάληψης ολόκληρης της περιοχής του Ντονμπάς, και η πτώση της θα αποτελούσε μια σημαντική στρατηγική και συμβολική νίκη για το Κρεμλίνο.
Ταυτόχρονα, οι διπλωματικές γραμμές επικοινωνίας είναι ιδιαίτερα ενεργές. Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν διανείμει ένα λεπτομερές σχέδιο ειρήνης, το οποίο, αν και δεν έχει δημοσιοποιηθεί, φέρεται να περιλαμβάνει τη δημιουργία αποστρατικοποιημένης ζώνης κατά μήκος του τρέχοντος μετώπου, εγγυήσεις ασφαλείας για την Ουκρανία ανάλογες με το άρθρο συλλογικής άμυνας του ΝΑΤΟ, και μια προτεινόμενη χρονοδιάγραμμα ένταξης της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση έως το 2027. Το Κίεβο έχει ήδη υποβάλει επίσημα τις αντιδράσεις του σε αυτό το σχέδιο.
Σε μια αξιοσημείωτη ένδειξη διατλαντικής συνεργασίας, ο νέος Βρετανός πρωθυπουργός Σερ Κιρ Στάρμερ, ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν και ο Γερμανός καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς πραγματοποίησαν κοινή τηλεδιάσκεψη με τον πρόεδρο Τραμπ. Μετά τη συζήτηση, τα γραφεία τους εξέδωσαν κοινή δήλωση, τονίζοντας ότι «η εντατική εργασία για το σχέδιο ειρήνης συνεχίζεται και θα συνεχιστεί τις επόμενες ημέρες». Αυτή η συγκεντρωτική διπλωματική προσπάθεια υπογραμμίζει την αίσθηση επείγοντος που διακατέχει τις δυτικές πρωτεύουσες για την επίτευξη μιας διαπραγματευμένης λύσης.
Οι αναλυτές επισημαίνουν ότι αυτές οι ταυτόχρονες εξελίξεις δημιουργούν ένα επισφαλές και αλληλοσυνδεδεμένο γεωπολιτικό τοπίο. Ο Ουκρανός πολιτικός αναλυτής Βολοντίμιρ Φέσενκο υποστηρίζει ότι η έντονη ρωσική στρατιωτική πίεση σε μέτωπα όπως το Πόκροβσκ αποσκοπεί σκόπιμα στην αποδυνάμωση της άμυνας του Κιέβου και, κατά συνέπεια, της διαπραγματευτικής του ισχύος. Τα λογιστικά και νομικά εμπόδια για τη διεξαγωγή εκλογών – τα οποία απαιτούν νέα νομοθεσία, διεθνείς παρατηρητές και πιθανώς εκεχειρία – παραμένουν τρομακτικά.
Η σύγκλιση της έντασης των μαχών, των υπό όρους πολιτικών προτάσεων και της εντατικοποιημένης διπλωματίας σηματοδοτεί μια δυνητικά καθοριστική φάση. Το τελικό αποτέλεσμα θα εξαρτηθεί από το αν οι στρατιωτικές πραγματικότητες στο έδαφος του Ντονμπάς θα υπαγορεύσουν τους όρους της διπλωματίας, ή αν εξωτερικές πολιτικές και στρατιωτικές εγγυήσεις μπορούν να ανοίξουν τον δρόμο για μια διαδικασία που διατηρεί την ουκρανική κυριαρχία. Οι επόμενες εβδομάδες θα δοκιμάσουν την ανθεκτικότητα της ουκρανικής άμυνας και την ουσία της δέσμευσης της διεθνούς κοινότητας για μια βιώσιμη ειρήνη.