Μετά από τρία χρόνια έρευνας, η Ανεξάρτητη Αρχή κατά της Διαφθοράς αθώωσε πλήρως τον πρώην Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Νίκο Αναστασιάδη, και την οικογένειά του. Η έρευνα αφορούσε το πρόγραμμα των «χρυσών διαβατηρίων». Σύμφωνα με την Αρχή, δεν υπάρχουν αποδείξεις που να δείχνουν ότι πολιτικές δωρεές συνδέονταν με την απόκτηση υπηκοότητας ή με παράνομες δραστηριότητες σε μια συμφωνία ακινήτων, στην οποία εμπλέκεται ο γαμπρός του πρώην Προέδρου.
Η υπόθεση ξεκίνησε όταν ένας βουλευτής του ΑΚΕΛ κατήγγειλε ότι η κυπριακή υπηκοότητα δόθηκε σε τρεις μεγάλους επενδυτές, μεταξύ των οποίων και ένας Ρώσος ολιγάρχης, με αντάλλαγμα την αγορά ενός κτιρίου. Το κτίριο ανήκε σε μια εταιρεία του γαμπρού του Αναστασιάδη και πουλήθηκε σε μια τράπεζα του Ρώσου επενδυτή. Η έκθεση της Αρχής δηλώνει ότι δεν βρέθηκε «καμία μαρτυρία» που να συνδέει τις υπηκοότητες με δωρεές στο κόμμα του Αναστασιάδη και «καμία ένδειξη» για διαφθορά.
Παρόλο που κανείς δεν βρέθηκε ένοχος, η ίδια η διαδικασία της έρευνας είχε σοβαρά προβλήματα. Η Αρχή ανέφερε ότι δεν μπόρεσε να βρει σημαντικά πρόσωπα από την τράπεζα του Ρώσου επενδυτή για να τα ρωτήσει. Ο βουλευτής που έκανε την καταγγελία είπε ότι αυτές οι καθυστερήσεις και δυσκολίες έκαναν πολύ πιο δύσκολο να αποδειχθεί η υπόθεση. Επίσης, τόνισε ότι το γεγονός ότι κάτι δεν είναι παράνομο δεν σημαίνει ότι είναι και ηθικά σωστό, αναφέροντας μια «προφανή σύγκρουση συμφερόντων».
Ακόμα και η Αρχή που έκανε την έρευνα δέχθηκε κριτική. Ο βουλευτής του ΑΚΕΛ υποστήριξε ότι υπήρχε σύγκρουση συμφερόντων, επειδή τα στελέχη της Αρχής είχαν προταθεί στο παρελθόν από την κυβέρνηση που ερευνούσαν. Αυτό, σύμφωνα με τον ίδιο, υπονόμευε την αντικειμενικότητα της διαδικασίας. Κάποια μέσα ενημέρωσης συμφώνησαν, περιγράφοντας την Αρχή ως ένα όργανο χωρίς πραγματική δύναμη, του οποίου τα συμπεράσματα δεν έχουν νομική βαρύτητα.
Τώρα που η υπόθεση έκλεισε, η συζήτηση έχει στραφεί στο αν τα θεσμικά όργανα στην Κύπρο μπορούν πραγματικά να πολεμήσουν τη διαφθορά. Η απαίτηση να δημοσιευτεί μια άλλη έκθεση κρατάει το θέμα ζωντανό, μετατρέποντας το από μια απλή κατηγορία σε μια ευρύτερη συζήτηση για την αποτελεσματικότητα των θεσμών.